()

()
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χρωματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χρωματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2013

Le vent nous a portέ


Φτερουγες πουλιων που ζωντανευουν κατω απο το χαδι σου.
Σαλευουν,τα χρωματα τους ανακατευονται,
οι αισθησεις μπερδευονται,
νηματα απεραντα που με τυλιγουν.
Ενα ατελειωτο κουβαρι απο χρωματιστες ριγες φλερταρει με τα ποδια μου,
ενα κουβαρι μεταξωτες κλωστες που με τυλιγει απο κατω μεχρι πανω,
ωσπου το βλεμμα μου να φυλακιστει στο δικο σου.
Τοτε οι παλμοι αυξανονται,η καρδια επιταχυνει,
βγαινει απο το στηθος μου.
Δε βλεπω.
Δεν ακουω.
Μοναχα τις κλωστες αισθανομαι που με πνιγουν,
που ξεχυνονται και φυλακιζουν τα μελη μου.
Και καπου εκει ελευθερωνομαι,
σπαω το πολυχρωμο κουκουλι μου 
και αναδυομαι σαν πεταλουδα.

(Αι αντι για ε)

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Αν.



Εχω μια ομπρελα.Μεγαλη.Μαυρη.Την εφτιαξα μονη μου(ή κυριως μονη μου τουλαχιστον).

Παλια συνηθιζα να ξυπναω το πρωι,να τραβαω με αγωνια τις κουρτινες,να κοιταζω τον ουρανο και πριν βγω εξω να την χωνω βιαστικα στην τσαντα μου,ειτε ο καιρος ηταν βροχερος,ειτε ηλιολουστος,ανεξαρτητως μηνα και εποχης.Υστερα πατουσα εκεινο το μαγικο κουμπακι και απο απλο αντικειμενο μεταμορφωνοταν σε υπερπροστρατευτικη σκεπη.Και ακομη και ο ηλιος που ελουζε την μερα γινοταν συννεφο,το γαλαζιο γκρι και η ζεστη βροχη.Καπως ετσι

περπατουσα,κοιτωντας τα βηματα μου στο δαπεδο,αφηνοντας εναν μαγευτικο Απριλιο να εκπεμπει σε ρυθμους Δεκεμβριου.Ολα με αυτον τον τροπο εμοιαζαν οικεια και ηχουσαν προβλεψιμα.Ασφαλης.Γιατι ηξερα οτι ειμαι κατω απο την ομπρελα μου και κρυβομαι απο οτιδηποτε επικυνδυνο ή βλαβερο.Ετσι,η ομπρελα μου δεν εμενε ποτε στην ντουλαπα.

Πλεον την στριμωχνω καπου μεσα στο αριστερο φυλλο της ντουλαπας μου,αναμεσα στα κασκολ,στο τελευταιο ραφι κατω κατω.Να κρυβεται.Ποτέ στο δεξι,για να εχω παντα το ριγος της υποτιθεμενης αγωνιας πως δεν θα την βρω ποτε,ποτέ πολυ πισω για να μην χανω ολοκληρωτικα τον ελεγχο.Αλλα παντα εκει για να ανασαινω την ανακουφιστικη ασφαλεια της κατοχης,του "ανηκειν".Κουραστηκα να την κραταω.Πονεσε το χερι μου.Βαρεθηκα.Λαχανιασα πια να κρυβω την καθε ακτινα του ηλιου που μπλεκεται προκλητικα στις αιχμες του ειναι μου.

"Να μην ξεχασω να παρω ομπρελα,γιατι αν βραχω;"
"Να μην ξεχασω να παρω παλτο,γιατι αν κρυωσω;"
"Να μην ξεχασω να γυρισω το κεφαλι,γιατι αν δω;"
"Να μην ξεχασω να αγγιξω με τοπικη αναισθησια,γιατι αν νιωσω;"
"Να μην ξεχασω να κλειδωσω δυο φορες,την πορτα,εμενα,γιατι αν μπει κανεις;"

Kαι ετσι καθε μερα ξυπναω,ανοιγω το παραθυρο,και κοιταω τον ουρανο."Επιτελους βροχη",μου ψυθιριζει απαλα στο αυτι η παλια μου ανασα.Μα εγω κλεινω τα αυτια.Ντυνομαι,φοραω γυαλια ηλιου και βγαινω εξω.Και δεν με νοιαζει που περπατωντας ατσουμπαλα σκονταφτω γιατι δεν κοιταω κατω.

Αφου θα ξερω πως οπου και να παω,ακομη και αν βρεχει,θα ναι ηλιος.
Αφου θα ξερω πως οπου και να παω,ακομη και αν ειναι σκοτεινα,θα ναι φως.

Και η ομπρελα μενει στριμωγμενη καπου μεσα στο αριστερο φυλλο της ντουλαπας μου,αναμεσα στα κασκολ,στο τελευταιο ραφι κατω κατω.





Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

Je m'abandonne (a toi)


Και ειναι αυτο ξερεις,που χωρις να πω τιποτα,καταλαβαινεις τα παντα.



"Στιγμές"

Η στιγμη που οι φαυλοι κυκλοι ξεσυννεφιαζουν απο πανω μου (οι μαυροι κατω απο τα ματια ωστοσο δε λενε να με αφησουν ησυχη),που η απελπισια εχει σταματησει να μου πεταει μικρα φιλια,η απογνωση εχει κοψει καθε φιλικο δεσμο,ο πονος αποσυγκολλαται  απο εκεινο το μικρο κοκκινο αιματωδες "πραγματακι",ο φοβος μαζευει ενα ενα τα πλοκαμια του απο το κεφαλι μου,η λυπη ,ναι,μαλλον ατροφει,και οι πληγες πλεον εχουν συνηθισει το πολυ αλατι πανω τους.Η στιγμη αυτη επιτελους ηρθε.Πλεον δεν αποτελει μακρινη γκριζοχρωμη φιγουρα.Πλεον ειναι πολυ κοντα μου,τη βλεπω,οχι καθαρα,αλλα τοσο καθαρα ωστε να διακρινω οτι ειναι ομορφη και χρωματιστη.Ζωντανη και χαμογελαστη.Αισιοδοξη.Ευτυχισμενη.
 Ενας φοβος μονο με απασχολει.Εκεινος που μοιαζει με σατανικο ον,που εισβαλλει στον οργανισμο μου και διασκορπιζει τα νερα του σε ολο μου το ειναι,με ενα αποτελεσμα: να με αποτρεπει κατι στιγμες(οχι τετοιες οπως η πανεμορφη προηγουμενη στιγμη μου,αλλα κατι στιγμες ασχημες,μουντρουχες,απαισιοδοξες,ασπρομαυρες,δυστυχισμενες) απο την πληρη απολαυση του ποθου,αυτου που παντα αναζητουσα.Οταν μου χτυπαει την πορτα αυτος ο σατανας βυθιζομαι μεσα του,τοσο ωστε να αχρηστευεται καθε μου αισθηση που ισως θα μπορουσε να με απεγκλωβισει, πλυμμηρισμενη απο τη σκεψη της πιθανης ερχομενης απωλειας αυτου που τωρα εχω.Για να το θεσω αλλιως.Φοβος οτι καποια μερα θα χασω αυτο το κομματι που κρατω στα χερια μου,το οποιο θελω να με κατακλυει οπως τωρα.Υπαρχει λοιπον το για παντα?
Οι ανθρωποι τρεμουν σε αυτο το φοβο.Δεν αντεχουν την απωλεια,ακομη και αν αυτη δεν απειλει.Ξεφυσουν μπροστα στις ξεχασμενες αναμνησεις του αυριο,που θα τρεμοσβηνουν ποτε ποτε στις χαραμαδες του μυαλου τους.Εκεινες που θα τους μιλουν για το χθες,προσφεροντας τιποτα παρα μονο ενα πικρο χαμογελο συνδυασμενο με ενα πετρινο κομπο στο στομαχι.
Αλλα απο την αλλη,αξιζει να χανεις δευτερολεπτα,ακομη,με το να αναλογιζεσαι αυτους τους φοβους,χανοντας κατι μοναδικο,μαγικο και ξεχωριστο εξαιτιας μια καταραμενης δειλιας και ενος ανικανοποιητου εγωισμου?
Θαρρω πως οχι.

 -σε διαδικασια απορριψης των φοβων μου-


Τελικα κατεληξα το για παντα δεν υπαρχει.Ειναι σχετικο.
Αν υπαρχει κατι για παντα,αυτο ειναι ψευδαισθηση.
Ομως χωρις αυτην,κανεις μας δεν μπορει να επιβιωσει.
Το ονειρο,η ελπιδα οτι θα εχουμε καποιον για παντα.
Το για παντα χτιζεται,δεν ερχεται,και στην ουσια δεν οριζεται.
Δυο μικρες λεξεις ειναι που μας βοηθανε να προχωραμε.
Μια ιερη επαναληψη και αναγκη ειναι που απλα βιωνεται,οπως τα τραπεζια της μανας μας.
Τραπεζια γεματα βλεμματα και σκεψεις.
Παντα θα επενδυουμε,παντα θα ελπιζουμε και παντα θα ονειρευομαστε.
Και παντα ο ερωτας θα ειναι η μονη αιτια τελικα που ο κοσμος αυτος θα συνεχισει να υπαρχει.
Θα συνεχισει να γυριζει.
Ερωτας.
Απλα τα παντα.
Ακομη και αν δεν ειναι σιγουρο οτι θα κρατησει για παντα σε αυτον τα χρωσταμε ολα.
Στον ερωτα και στις σκεψεις.
Σκεψεις για προσωπα που θα υπαρχουν,που θα κουβαλαμε,που θα μας αλλαζουν,
και που με ενα τροπο θα ειναι παντα εκει,κοντα μας.
Για παντα.

-Χ.Παπακαλιατης


Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2013

ΧΧ

Ο κοσμος γυρω μας.
Γιατι να εχουμε καταληξει σε αυτην την ασυγκρατητη και ασταματητη διαμαχη?
Γιατι,δηλαδη,να σκεφτομαστε τι θα πει ο περιγυρος,η κοινωνια-πες το οπως θες-?
Γιατι να δινουμε τοση βαρυτητα στα πρεπει,στα ιδανικα,στις νομοτελειες των αλλων?
Γιατι να δειχνουμε με το δαχτυλο και να ψυθιριζουμε πισω απο τις πλατες?
Γιατι να απολογεισαι για τα πιστευω σου,τα ονειρα σου,τις επιλογες σου,τα θελω σου?
Γιατι να απομυθοποιεις τις καταστασεις και να κρινεις πριν ξερεις?
Δεν ξερω τι περιμενει ο κοσμος,τι επιδιωκει ο κοσμος.Δεν λειτουργουμε ετσι σωστα,δε συνυπαρχουμε,δεν ειμαστε βιωσιμοι.Τιθονται τα θεμελια ενος ψυχολογικου πολεμου ασυνειδητα -η και οχι- και δεν προχωραμε ολοι μαζι,αλλα ενας ενας.Και μετα μιλαμε για μοναχικοτητα και αποξενωση.Εγω ξερω οτι ειμαστε ολοι τοσο ιδιοι και τοσο διαφορετικοι ταυτοχρονα.Διαφορετικοι γιατι ο καθενας φοραει ενα διαφορετικο προσωπειο,βαση του οποιου λειτουργει και συμπεριφερεται.Ιδιοι γιατι κατα βαθος ολοι το ιδιο ψαχνουμε.Την πτωση του προσωπειου.Ισως σε διαφορετικη στιγμη και τοπο αλλα με τον ιδιο τροπο.Εχω μια εικονα στο νου:
Οταν πλεον νιωσεις εσυ οτι δεν το αντεχεις και δεν το θες,το πετας κατω.
Ειτε με θυμο,ξεσπωντας και απελευθερωνοντας ολα τα φυλακισμενα κυτταρα του μυαλου σου,
ειτε ηρεμα και με αυτοσυγκρατηση παρασυρομενος απο την προκαλουμενη μαγεια της στιγμης.
-θα το παρομοιαζα με χορο-
Αφηνεις το πραγματικο ΕΓΩ σου να ξεπροβαλλει.
Αγγιζεις το μεχρι τωρα ασπρομαυρο και παραλυτο απο καθε εκφραση προσωπο σου.
Λυνεις τα μαλλια σου νευρικα η απαλα-οπως συνηθιζεις- 
και βρισκουν με εναν παραδοξα αρμονικο τροπο τους ωμους σου.
Βγαζεις τα ρουχα σου και τα αφηνεις ενα ενα να πεσουν στο πατωμα.
Κοιτας το προσωπο σου στον καθρεφτη.
Αρχιζεις με μανια να το πασαλειφεις με χρωματα.
Αυτα αλλοιωνονται,μπερδευονται μεταξυ τους,γινονται ενα.
Και νιωθεις περιεργα.
Αλλα χαμογελας.
Απελευθερωνεσαι.
Κλεινεις τα αυτια σου εκει που δεν πρεπει να ακουν και τα ανοιγεις εκει που πρεπει.
Ξερνας την τοξικοτητα που κουβαλας και αναπνεεις.
Πετας τις παρωπιδες που σε τυφλωνουν.
Α!
Βλεπεις.Ακους.
Σεβεσαι.

Πανω απο ολα για σενα.Οχι γιαυτους.Γιατι μονο ετσι νιωθεις τα σημαδια του αλλου καλυτερα.Αγγιζει τα πληκτρα σου εντονοτερα.Γινεστε ΕΝΑ γρηγοροτερα και βαθυτερα.
Σαν δυο κουβαδες με μπογια που τους πετας ψηλα και ενωνονται στον αερα.

Ετσι.

Αλλα μετα ξερεις?
Μετα,τα χρωματα εχουν αναμειχθει και δεν μπορουν να διαχωριστουν...
Μετα ειναι το δυσκολο...